ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΡΑΤΟΥ

                           


                               

Η Στράτος  είναι κωμόπολη της Αιτωλοακαρνανίας δίπλα στο ποταμό Αχελώο σε απόσταση 10 χιλ. από τη πόλη του Αγρινίου. Ήταν έδρα του ομώνυμου δήμου και σύμφωνα με το πρόγραμμα Καλλικράτης αποτελεί τοπική κοινότητα και έδρα της δημοτικής ενότητας.

Κατά τη παράδοση σε αυτή τη πόλη γινόταν η στρατολόγηση των Ακαρνάνων και η συγκρότηση τους σε στρατεύματα. Από εκεί πήρε και το όνομα της,  αφού Στράτος σημαίνει συγκέντρωση στρατεύματος.

Απέκτησε σημασία λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης κατά του 4ο αιώνα π.χ. οπότε και υπήρξε πρωτεύουσα του κοινού των Ακαρνάνων εως και το 2ο αιώνα π.χ. γνώρισε μεγάλη ακμή και ως εμπορικό κέντρο της περιοχής. 

Χαρακτηριστικά, ο αρχαίος Έλληνας Ιστορικός Θουκυδίδης τη χαρακτηρίζει «ΠΟΛΙΝ ΜΕΓΙΣΤΗ Της ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ». Κατά τη διάρκεια του πελοποννησιακού πολέμου η πόλη συντάχτηκε με τους Αθηναίους και πολιορκήθηκε από τους Σπαρτιάτες χωρίς επιτυχία πρώτα από τον Αγησίλαο το 391,από τον Κνήμο το 429 και από τον Ευρύλοχο το 426.

Από την ανασκαφή  των  ορατών θεμελίων του σκηνικού οικοδομήματος έχουν αναγνωριστεί τρείς οικοδομικές φάσεις. Η πρώτη χρονολογείται του 4ο αιώνα π.χ.  η δεύτερη του 3ο αιώνα π.χ. και η Τρίτη του 2ο αιώνα π.χ.

Του 4ο αιώνα π.χ. κατασκευάζεται ένα απλό ισόγειο οικοδόμημα ανοιχτό στη πρόσοψη προς την ορχήστρα που έχει μορφή στοάς.

Στου 3ο αιώνα π.χ. η σκηνή γίνεται διώροφη και πλέον η σκηνική δράση πλην της ορχήστρας πιθανόν να λάμβανε χώρο και όροφο του σκηνικού οικοδομήματος .

Στον 2ο αιώνα π.χ. κατασκευάζονται δυο επικλινείς διάδρομοι που οδηγούσαν από τις παρόδους του θεάτρου.


Το θέατρο του Στράτου, είναι το μεγαλύτερο από τα πέντε έως σήμερα αποκαλυφθέντα θέατρα του νομού Αιτωλοακαρνανίας .

Όλα τα δομικά λειτουργικά στοιχεία του θεάτρου λόγω του υλικού κατασκευής, χρήζουν άμεσης στερεωτικής και αναστηλωτικής παρέμβασης. Είναι


προσβάσιμη προς το κοινό για μία απλή επίσκεψη ως προς το αρχαιολογικό ενδιαφέρον.

Τη θέση του θεάτρου είχε εντοπίσει πρώτος πρώτος το 1800 ο  Μ.Leake ενώ η θέση του τοποθετήθηκε σωστά στο τοπογραφικό της αρχαίας πόλης του L.Heuzey το 1856. Στη δημοσίευση των εργασιών της Γαλλικής Αρχαιολογικής σχολής το 1892, δεν συμπεριλήφθηκε στο γενικό τοπογραφικό της πόλης επειδή δεν ήταν ορατό. Οι νεότερες έρευνες πραγματοποιήθηκαν από το 1990 έως το 1996 υπό τη διεύθυνση του επίτομου Γενικού Διεύθυνση Αρχαιοτήτων. 


ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΠΑΛΩΜΕΝΟΣ